Το ακροτήρι Σταυρός
Το ακροτήρι Σταυρός κοντά στη Μουτσούνα είναι το μοναδικό μεγαλύτερο ακρωτήρι στο νησί της Νάξου. Εκτείνεται περίπου ενάμισι χιλιόμετρο μέσα στη θάλασσα. Οι Παραδοσιακές κατοικίες μας βρίσκονται περίπου δύο χιλιόμετρα βόρεια του ακρωτηρίου. Έχουμε μια θαυμάσια θέα σε όλο τον κόλπο του Αζάλα μέχρι την άκρη του ακροτηρίου, η οποία στρέφεται ελαφρώς προς τα βόρεια.
Απόψη του Αγίου Δημήτρη και του ακρωτηρίου από τα βόρεια με την Μουτσούνα στο βάθος δεξιά
DΗ λέξη “Αζάλας”, η οποία χρησιμοποιείται σήμερα για τον κόλπο και τα περίχωρά του, αρχικά αναφερόταν στο ακρωτήριο και πιθανότατα προέρχεται από το “Ζευς αλιευς” ή το “Ζας του γιαλού”, δηλαδή “Δίας των ψαράδων” ή “Δίας της παραλίας”. Το όνομα αυτό υποδηλώνει ότι στην αρχαιότητα το εντυπωσιακό ακρωτήρι ήταν αφιερωμένο στον Δία, τον πατέρα των θεών, όπως και το ψηλότερο βουνό του νησιού, ο Ζας.
Το μπροστινό άκρο του ακροτηρίου είναι κομμένο σε τρία κομμάτια. Οι δύο ακρινές ελεύθερες στήλες συνδέονται με το υπόλοιπο ακροτήρι με μια χαμηλή στενή παραλία. Πριν από μερικές δεκαετίες, αυτή η παραλία δεν υπήρχε, και οι άνθρωποι περνούσαν με τις βάρκες ανάμεσα στους βράχους. Το υψηλότερο σημείο του ακρωτηρίου, στα 60 μέτρα, βρίσκεται κοντά στην άκρη του.
Γεωλογικά, το ακρωτήρι Σταυρός διαφέρει σημαντικά από το περιβάλλον του. Αποτελείται από νεαρά, ακόμη σε μεγάλο βαθμό μη στερεοποιημένα ιζήματα ποταμών με ανταλάσσοντα στρώματα από λεπτό και χονδρό υλικό: σκύρα, άμμος, βότσαλα, αλλά και μεγαλύτερες πέτρες και ογκόλιθοι είναι ακανόνιστα τοποθετημένα το ένα πάνω στο άλλο. Τα περίπου οριζόντια στρώματα μετατοπίστηκαν μεταξύ τους σε πολλά σημεία από ρωγμές και μικρά ρίγματα.
Στη θάλασσα γύρω από το ακρωτήριο βρίσκονται σε πολλά σημεία μεγάλα πεσμένα βράχια: Το υλικό είναι ασταθές. Στη δεκαετία του ’60, ο πεθερός μου είδε ένα μεγάλο κομμάτι της άκρης να αποσπάται με δυνατό θόρυβο και ένα τεράστιο σύννεφο σκόνης. Στη βόρεια πλευρά υπάρχει μια σπηλιά στην οποία μπορείτε να μπείτε με βάρκα – να μην ξεχάσετε όμως ότι ενδέχεται να πέσουν πέτρες και βράχια!
Για να φτάσετε στο ακρωτήρι από τις Παραδοσιακές κατοικίες μας, ακολουθείτε τον χωματόδρομο προς τη Μουτσούνα μέχρι τον κόλπο του Αζάλα (περίπου ένα τέταρτο της ώρας με τα πόδια). Εκεί στρίβετε στο μονοπάτι που οδηγεί κατά μήκος του ρυάκα σχεδόν μέχρι την παραλία- το τελευταίο κομμάτι πρέπει να περπατήσετε μέσα από την κοίτη του ποταμού. Το χειμώνα μπορεί να έχει λάσπη – τότε θα πρέπει να περάσετε από το διπλανό χωράφι. Θα βγείτε περίπου στη μέση της παραλίας, την οποία τώρα ακολουθείτε μέχρι το νότιο άκρο της, όπου ένα μονοπάτι οδηγεί στο ακρωτήριο.
Η παραλία του Αζάλα αποτελείται από πέτρες και βότσαλα. Δεν βρίσκουμε σχεδόν καθόλου κοχύλια, αλλά το μάτι δεν μπορεί να χορτάσει τα όμορφα, στρογγυλά, πολύχρωμα βότσαλα (κυρίως από μάρμαρο και ημιδιαφανή ασβεστίτη).
Θαυμάζοντας τις πέτρες στην παραλία, παρατηρούμε ότι πολλές από αυτές έχουν τρύπες ή πόρους. Κάνοντας μια πιο προσεκτική εξέταση συνειδητοποιούμε ότι αυτές οι τρύπες έχουν πολύ διαφορετική προέλευση. Πρώτον υπάρχουν πολλές μαρμάρινες πέτρες με μικρές ή μεγάλες τρύπες, οι οποίες προέρχονται από ενδολιθικά σφουγγάρια.
Πλιθιά με τρύπες από ενδολιθικό σφουγγάρι
Βρίσκουμε επίσης διάτρητους, βαριούς, γκρίζους όγκους, οι οποίοι είναι θραύσματα πετρωμάτον ενός ύφαλου από ασβεστολιθικά φύκη. Εδώ λοιπόν έχουμε να κάνουμε με πέτρες που έχουν εναποτεθεί από ζωντανούς οργανισμούς: κυρίως υπολείμματα ασβεστοποιημένων φυκών (ασβεστολιθικά ερυθρά φύκη), μερικές φορές με σκελετούς και κελύφη σαλιγκαριών, σωληνοειδών σκουληκιών ή βρυοζώων.
Κομμάτια ασβεστολιθικών κόκκινων φυκών με τα υπολείμματα σαλιγκαριών και βρυοζώων
Στο νότιο άκρο της παραλίας, λίγο πάνω από την ίσαλο γραμμή, υπάρχει και άμμος που εκτείνεται αρκετά προς την ενδοχώρα, παρασυρμένη από τον αέρα, χωρίς όμως να σχηματίζονται πραγματικοί αμμόλοφοι. Εδώ συναντάμε πορώδεις πέτρες ενός άλλου είδους: ελαφρόπετρες. Οι ελαφρόπετρες βρίσκονται εν μέρει σε αποθέσεις στην άρκη της παραλίας, από τα οποία τώρα σταδιακά ελευθερώνονται δια της διάβρωσης. Η ελαφρόπετρα σχηματίζεται κατά τη διάρκεια ηφαιστειακών εκρήξεων, όταν το υλικό της λάβας που εκτοξεύεται στερεοποιείται αστραπιαία στον αέρα, έτσι ώστε το αέριο που ελευθερώνεται κατά την στερεοποίηση να μην μπορεί να διαφύγει και να σχηματίζει φουσκάλες στο πέτρωμα. Το μεγαλύτερο μέρος της ελαφρόπετρας στο Αιγαίο προέρχεται από τη μεγάλη ηφαιστειακή έκρηξη στη Σαντορίνη γύρω στο 1600 π.Χ., κατά την οποία εκτινάχθηκαν περίπου δύο κυβικά χιλιόμετρα ελαφρόπετρας. Μια δεύτερη έκρηξη, κατά την οποία σχηματίστηκε πολλή ελαφρόπετρα, έλαβε χώρα το 1650 μ.Χ. Η ελαφρόπετρα είναι -όπως λέει και το όνομα – πολύ ελαφριά και επιπλέει στο νερό. Οι ποσότητες ελαφρόπετρας που σχηματίστηκαν κατά τις προαναφερθείσες εκρήξεις του ηφαιστείου της Σαντορίνης ήταν τόσο μεγάλες ώστε το Αιγαίο να καλύφθηκε από αυτήν σε μεγάλες εκτάσεις. Ελαφρόπετρα βρίσκεται ακόμη και σήμερα σε όλες σχεδόν τις παραλίες των νησιών του Αιγαίου.
Ελαφρόπετρα
Από το νότιο άκρο της παραλίας, ανεβαίνουμε πάνω στο ακρωτήρι ακολουθώντας ένα μικρό μονοπάτι. Αν και σήμερα δεν έχει πολύ καλή ορατότητα, η θέα της γύρω πεδιάδας και των λόφων και των βουνών της Νάξου πέρα από αυτήν είναι θαυμάσια.
Στο οροπέδιο του ακρωτηρίου φυτρώνουν φίδες, τόσο ο Φοινικικός άρκευθος (Juniperus phoenicea) (φίδα), που είναι ευρέως διαδεδομένος στη Νάξο, όσο και ο σπανιότερος Μεγαλόκαρπος άρκευθος (Juniperus oxycedrus ssp. macrocarpa), που συναντάται μόνο κοντά στη θάλασσα, κυρίως σε αμμόλοφους. Οι αρκεύθοι προστατεύονται από την βόσκηση με την βοήθεια τοξικών συστατικών: Και τα δύο είδη αποφεύγονται από τις κατσίκες. Η άρκευθος είναι επίσης αρκετά αγκαθωτή. Πολύ άλλη από τους συνηθισμένους θάμνους και ιδιαίτερα ο σκίνος (Pistacia lentiscus) αναπτύσσονται επίσης στη μακκία της άρκευθου.
Φοινικικός άρκευθος
Μεγαλόκαρπος άρκευθος
DΟι θάμνοι και τα δέντρα εδώ στο ακρωτήρι δεν έχουν να βάζουν πέρα μόνο με τις κατσίκες και το άγονο, ξηρό έδαφος, αλλά κυρίως και με τους δυνατούς βόριους ανέμους. Όλοι οι θάμνοι πιέζονται στο έδαφος και στρέφονται προς το νότο, ενώ μπρος τον βορία οι ρίζες τους ξεσκεπάζονται από τον άνεμο.
Οι θάμνοι (Φοινικική άρκευθος) λυγίζουν προς το νότο από λόγο του αέρα και οι ρίζες είναι συχνά εκτεθειμένες.
Ένα είδος ανθυλλίδας ή σκούπας, Anthyllis hermanniae, δείχνει τα πρώτα μικρά, κίτρινα άνθη.
Anthyllis hermanniae
Ανάμεσα στους θάμνους φυτρώνει ένα μικρό κίτρινο παχύφυτο (πιθανότατα Sedum litoreum), καθώς και το εξίσου κίτρινο χαμηλό αστεροειδές Anthemis rigida και το όμορφο κυαμοειδές Hedysarum spinoissimum με τους χαρακτηριστικούς καρπούς του.
Sedum litoreum
Steife Hundskamille, Anthemis rigida
Dorniger Süßklee, Sulla spinoissima
Στα μισά περίπου του μονοπατιού, πλησιάζουμε στον απότομο γκρεμό με εντυπωσιακή θέα. Εδώ το ακρωτήρι σχηματίζει έναν μεγάλο κόλπο. Ωστόσο, δεν συνιστάται να πλησιάσετε την άκρη, καθώς προεξέχει αρκετά σε πολλά σημεία και το υλικό είναι ασταθές.
WΑκούμε και βλέπουμε μαυροσταχτάρες και επίσης μερικές βουνοσταχτάρες: Και τα δύο είδη αναπαράγονται στο ακρωτήρι. Κατά τα άλλα δεν βλέπουμε ή ακούμε πολλά πουλιά. Πριν από μερικά χρόνια, ένας πετρίτης φωλιάζε στην μύτη του ακρωτηρίου, αλλά φέτος δεν το έχω δει ακόμα.
Μετά ανεβαίνουμε στο μπροστινό τμήμα του ακρωτηρίου. Εδώ συναντάμε ένα είδος θάμνου (Teucrium brevifolium) που δεν έχω δει ακόμα σε άνθηση.
Teucrium brevifolium
Στην κορυφογραμμή του ακροτηρίου επικρατεί ιδιαίτερα δυνατός αέρας και οι λίγοι θάμνοι που ευδοκιμούν εδώ πιέζονται κοντά στο έδαφος από τον άνεμο. Στις χειμερινές θύελλες, τα κύματα μπορεί να φτάσουν μέχρι το μισό ύψος του ακρωτηρίου και όλη η μύτη του βρέχεται από την θάλασσα.
Το χειμώνα όλο το ακροτήρι βρέχεται από την θάλασσα.
Παρά τις αντίξοες αυτές συνθήκες, συναντάμε ένα είδος λιβαδιού στην πλαγιά που βλέπει προς τον άνεμο, το οποίο αυτή την εποχή του χρόνου (τέλη Απριλίου) είναι καλυμμένο με λουλούδια διαφόρων ειδών (κυρίως το μικρό ροζ γαρύφαλλο Silene colorata, το λευκό ομπρελόφυλλο Tordylium apulum και η κίτρινη τριγωνέλλα Trigonella balansae).
Silene colorata, Tordylium apulum, Trigonella balansae
IΣτην υποβλάστηση φυτρώνει ένα είδος απήγανος (Ruta chalepensis) με όμορφα, κροσσωτά άνθη.
em>Ruta chalepensis
Γύρω από την τριγωνομετρική κολώνα στην μύτη του ακροτηρίου βρίσκω κάμποσα είδη κυαμοειδών (Ononis reclinata, Trifolium scabrum, Medicago minima, Lotus peregrinus, Hippocrepis ciliata, Scorpiurus muricatus). Ορισμένα δεν έχουν ακόμη καρπούς, γεγονός που καθιστά δύσκολη την αναγνώριση. Την ομορφιά των μικρών ειδών μπορείς να παρατηρήσεις μόνο όταν κοιτάς από κοντά. Πολλά από τα φυτά έχουν καρπούς με τα πιο τρελά σχήματα, όπως συνηθίζεται με τα κυαμοειδή!
Ononis reclinata
Trifolium scabrum
Medicago minima
Hippocrepis ciliata
Scorpiurus muricatus
Lotus peregrinus
Μπρος το νότο βλέπουμε την απότομη, γυμνή πλαγιά και έναν μικρό κόλπο πιο κάτω, εδώ υπάρχουν επίσης μεμονωμένοι αρκεύθοι.
Αρκεύθος (Juniperus macrocarpa)
Τελικά, ξεκινάμε και πάλι την κάθοδό μας, γυρίζοντας πίσω ακολουθώντας τα μικρά μονοπάτια, καθώς ο ήλιος γέρνει σιγά-σιγά προς τον ορίζοντα.
επόμενο άρθρο: Μια καλοκαιρινή βοτανοπορία στον Αζάλα
πίσω:
συνέχεια: Η περιοχή
βλέπε επίσης: